top of page

Η «Συμμαχία των Προοδευτικών Δυνάμεων»: Ένα μέτωπο χωρίς κοινό σχέδιο με στόχο την απομάκρυνση Μητσοτάκη

Στο πολιτικό σκηνικό της χώρας, οι διεργασίες στον χώρο της αντιπολίτευσης έχουν αρχίσει να αποκρυσταλλώνονται γύρω από έναν κοινό παρονομαστή: την ανάγκη, όπως διατυπώνουν οι ίδιοι, για πολιτική αλλαγή μέσω της ήττας του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατίας. Ένα ευρύτερο πολιτικό μέτωπο —το οποίο αυτοπροσδιορίζεται ως «προοδευτικό»— φαίνεται να επιδιώκει τη συγκρότηση μιας άτυπης συμμαχίας, στην κατεύθυνση μιας εναλλακτικής κυβερνητικής πρότασης.


Ωστόσο, εύλογα τίθενται ερωτήματα ως προς τη συνεκτικότητα αυτής της πρωτοβουλίας, τη διάρκειά της αλλά και τη δυνατότητά της να προσφέρει ένα αξιόπιστο και ρεαλιστικό κυβερνητικό σχήμα.

Η πρόσφατη ιστορία έχει δείξει ότι οι πολιτικές συμμαχίες που οικοδομούνται περισσότερο πάνω στην αντίθεση προς ένα πρόσωπο ή μια πολιτική δύναμη, παρά πάνω σε κοινές αρχές και σχέδιο, είναι εγγενώς ευάλωτες. Ένα τέτοιο παράδειγμα συνιστά η «Εθνική Συμμαχία» που συγκροτήθηκε στην Τουρκία στις εκλογές του 2023, με στόχο την αποδυνάμωση του προέδρου Ερντογάν. Παρά την ευρύτητα της πολιτικής εκπροσώπησης —από φιλελεύθερους μέχρι συντηρητικούς και κεμαλιστές— το εγχείρημα δεν κατάφερε να πείσει τον τουρκικό λαό για τη βιωσιμότητά του. Το βασικό του πρόβλημα ήταν ότι έλειπε ο κοινός παρονομαστής πέρα από την αντιπαράθεση με την υπάρχουσα ηγεσία.


Αντίστοιχα και στην Ελλάδα, παρατηρείται το τελευταίο διάστημα ένας δημόσιος διάλογος μεταξύ των κομμάτων της αντιπολίτευσης, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, το ΜέΡΑ25 και το ΚΚΕ, για το ενδεχόμενο μιας ευρύτερης συνεργασίας στο πλαίσιο μιας κυβερνητικής αλλαγής. Το βασικό κίνητρο πίσω από αυτές τις συζητήσεις φαίνεται να είναι η απομάκρυνση της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Παρότι η πολιτική σύμπλευση αποτελεί υγιές στοιχείο για τη δημοκρατία, η ερώτηση που προκύπτει είναι αν υπάρχει ουσιαστικό περιεχόμενο που να ενώνει αυτές τις δυνάμεις — πέρα από την επιθυμία για εναλλαγή στην εξουσία.


Οι διαφορές μεταξύ των κομμάτων αυτών δεν είναι αμελητέες. Ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να κινείται σε μια ρητορική έντονα αντισυστημική, το ΠΑΣΟΚ επιδιώκει να επανακτήσει τον ρόλο του ως υπεύθυνη σοσιαλδημοκρατική δύναμη, το ΜέΡΑ25 προτείνει πολιτικές ριζικής ρήξης με την ευρωζώνη, ενώ το ΚΚΕ παραμένει πιστό στις παραδοσιακές του θέσεις, αποφεύγοντας συστηματικά τη συμμετοχή σε κυβερνήσεις συνεργασίας. Μια πιθανή σύγκλιση όλων αυτών δημιουργεί εύλογα ερωτήματα για την κυβερνητική αποτελεσματικότητα και συνοχή.


Δεν είναι λίγοι οι αναλυτές που σημειώνουν ότι αυτού του είδους οι συμμαχίες συχνά παράγουν κυβερνητική αστάθεια ή καθυστερούν σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Στην περίπτωση της Ελλάδας, μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την πρόοδο που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια σε βασικά πεδία, όπως η οικονομία, οι επενδύσεις, η διεθνής αξιοπιστία και η λειτουργία του κράτους.


Η σημερινή κυβέρνηση, υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, έχει αναμφισβήτητα αντιμετωπίσει σοβαρές προκλήσεις, από την πανδημία και τις φυσικές καταστροφές μέχρι ζητήματα διαχείρισης κρίσεων και θεσμικής εποπτείας. Παρά τις δυσκολίες, όμως, έχει προχωρήσει σε σημαντικές τομές: ψηφιοποίηση του Δημοσίου, προσέλκυση ξένων επενδύσεων, μείωση της ανεργίας και βελτίωση των μακροοικονομικών δεικτών. Αυτά τα στοιχεία αποτυπώνονται και στη διεθνή εικόνα της χώρας, που έχει βελτιωθεί αισθητά την τελευταία πενταετία.


Για τον μέσο πολίτη, το διακύβευμα δεν είναι απλώς ποιος θα κυβερνήσει, αλλά ποιος μπορεί να διασφαλίσει σταθερότητα, σοβαρότητα και προβλεψιμότητα σε μια αβέβαιη εποχή. Κι αυτό είναι κάτι που ενδεχομένως θα κρίνει την τύχη κάθε μελλοντικής πολιτικής σύμπραξης, είτε από τα δεξιά είτε από τα αριστερά.


Η πρωτοβουλία για μια «προοδευτική συμμαχία» στην Ελλάδα φέρει πολιτική δυναμική, αλλά παράλληλα και προκλήσεις. Οι πολιτικές δυνάμεις που την προωθούν καλούνται να αποδείξουν αν μπορούν να αρθρώσουν μια ενιαία, πειστική και κυβερνητικά εφαρμόσιμη πρόταση. Διαφορετικά, η συμμαχία αυτή κινδυνεύει να παραμείνει ένα ευκαιριακό μέτωπο, περισσότερο στραμμένο στο χθες, παρά προσανατολισμένο στο αύριο.


Σε τελική ανάλυση, αυτό που θα αξιολογήσει ο πολίτης είναι η ικανότητα διακυβέρνησης και η αξιοπιστία των πολιτικών δυνάμεων – όχι μόνο οι καλές προθέσεις ή η εναντίωση στην εκάστοτε κυβέρνηση. Και αυτό είναι ένα στοίχημα που δεν κερδίζεται με συνθήματα, αλλά με ουσιαστικές πολιτικές προτάσεις.


Commentaires


bottom of page