Περνώντας με το αμάξι από το χωριό, ο μπαμπάς περιγράφει το πώς ήταν κάποτε. Τα μασάλια των παππούδων στα καφενεία, τις βαρετές Κυριακές στην εκκλησία, τις βόλτες με τα ποδήλατα στους δρόμους του χωριού. Δεν μπορώ παρά να διακρίνω ότι σήμερα, η κατάσταση είναι λίγο διαφορετική.
Μια ξεχαρβαλωμένη πινακίδα γεμάτη γκράφιτι σε καλωσορίζει στο χωριό, χωρίς να μπορείς να διακρίνεις τι γράφει από τα πολλά αγριόχορτα που την έχουν καλύψει. Ερημιά. Μισογκρεμισμένα χαμηλά σπιτάκια με διπλομανταλωμένα παράθυρα, αυλές κρυμμένες πίσω από μεγάλους όγκους πράσινου, παρατημένα fiat της δεκαετίας του 60’. Δρόμοι άδειοι και ξεθωριασμένοι. Λίγο πιο πέρα, στην πλατεία, δύο παππούδες καπνίζουν κάτω από μια πινακίδα «Καφέ-Ουζομεζεδοπωλείον», και κοιτούν με απορία ποιο αμάξι είναι αυτό που μόλις πέρασε. Το μπακάλικο στη γωνία, κλειστό. Πλέον ανοίγει δυο-τρεις μέρες την εβδομάδα. Βλέπεις τα μέρη όπου έπαιζες παιδί να μαραίνονται, τα μαγαζιά να κλείνουν, τον κόσμο να φεύγει. Και μαζί του φεύγεις κι εσύ. Δεν έχεις να κάνεις κάτι άλλο εδώ, άλλωστε. Δεν έχεις βασικές υποδομές, δουλειά, ούτε καν κόσμο γύρω σου.

Και ναι, όσο αποκαρδιωτική κι αν ακούγεται η κατάσταση, δεν ενδιαφέρονται όλοι για την ερήμωση στα χωριά. Το καταλαβαίνω. Ωστόσο, με τον κίνδυνο να ακουστώ γραφική, θα πω ότι μας αφορά. Μας αφορά οικονομικά, κοινωνικά και δημογραφικά. Όταν, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, οι πληθυσμοί των χωριών υποδιπλασιάζονται και υποτριπλασιάζονται με κάθε καινούργια απογραφή, οι πόλεις υπερφορτώνονται -50% του πληθυσμού συγκεντρωμένο στο 3% έκτασης της χώρας-, και εσύ καταλήγεις να πληρώνεις εξακόσια (600) ευρώ τον μήνα για ένα «ευάερο και ευήλιο» σπίτι τριάντα (30) τετραγωνικών. Μας αφορά, γιατί τα χωριά είναι η ψυχή της Ελλάδας, και με το ξεκλήρισμα τους χάνεται η όποια αληθινή επαφή με το παρελθόν.
Βέβαια, τα τελευταία χρόνια, υπάρχει μια τάση επανασύνδεσης με τις ρίζες μας. Τα καλοκαίρια, για παράδειγμα, οι περισσότεροι από εμάς, ψάχνουμε ένα πανηγύρι σε κάποιο χωριό, για να ξεφύγουμε από τη θερινή ασφυξία των πόλεων. Όμως, δεν αρκεί. Και εδώ υπεισέρχεται ο ρόλος της πολιτείας: κίνητρα για αγροτουριστικές επενδύσεις στα χωριά, προώθηση των αγροτικών περιοχών ως εναλλακτικών προορισμών τουρισμού, πριμοδότηση για επιστροφή οικογενειών, βελτίωση των υποδομών και πολλά, πολλά άλλα.
Μια πρόσφατη προσέγγιση της κυβέρνησης είναι το πρόγραμμα μετεγκατάστασης στον Έβρο, που προσφέρει επιδότηση έως 10.000 ευρώ για την μετεγκατάσταση 1.000 ατόμων σε χωριά με λιγότερους από 500 κατοίκους. Το πρόγραμμα είναι ένα θετικό πρώτο βήμα, αλλά μοιάζει περισσότερο με προσωρινή λύση παρά με ολοκληρωμένη στρατηγική για την αναζωογόνηση της υπαίθρου. Αν δεν συνδυαστεί με σταθερή στήριξη σε εργασία και υποδομές, είναι μαθηματικά βέβαιο πως θα αποτύχει μακροπρόθεσμα.

Τώρα, τι μπορούμε να κάνουμε μόνοι μας; Τα φεστιβάλ και τα πανηγύρια των ελληνικών χωριών σίγουρα είναι μια καλή αρχή. Αλλά πέρα από αυτά, με τα κατάλληλα κίνητρα και ατομικές πρωτοβουλίες, μπορούν να γίνουν πολλά. Ο αγροτουρισμός, λόγου χάριν, με τη δημιουργία κατάλληλων υποδομών, όπως παραδοσιακοί ξενώνες, σε συνδυασμό με διάφορα “πακέτα” αγροτικών εργασιών, στο πλαίσιο των οποίων ο επισκέπτης βοηθά στην παραγωγή τροφίμων και έρχεται σε επαφή με τη φύση, είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς πρακτικές στο εξωτερικό. Πρωτοβουλίες τέτοιου τύπου, με την κατάλληλη προώθηση, μπορούν να αναζωογονήσουν τις τοπικές κοινωνίες και να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας σε αυτές.
Η τεχνολογία διαδραματίζει βασικό ρόλο προς την ίδια κατεύθυνση. Ζούμε άλλωστε σε μια εποχή κατά την οποία τα social media μπορούν να δημιουργήσουν χαμό γύρω από οτιδήποτε (π.χ. Dubai chocolate), μέσα από τα κατάλληλα trends και τους πιο επίδοξους influencers. Αλλά και πέρα από αυτό, η τεχνολογία μπορεί να συμβάλλει στην πώληση τοπικών προϊόντων online σε διεθνείς αγορές, καθώς και στη χρηματοδότηση αγροτουριστικών εγχειρημάτων (π.χ. μέσα από το Kickstarter).
Νομίζω πως τα ελληνικά χωριά δεν θα καταφέρουν να γίνουν ξανά όπως ήταν κάποτε. Άλλωστε, έχουν αλλάξει και οι συνθήκες και ο τρόπος ζωής. Όπως μου είπε ο μπαμπάς εκείνη τη μέρα στο αμάξι, ένας τόπος δεν πεθαίνει όταν τον εγκαταλείπουν, αλλά όταν παύει να σημαίνει κάτι για όσους έφυγαν. Ακόμη δεν είμαι σίγουρη αν το σκέφτηκε μόνος του ή το πήρε από κάποιον πεζογράφο.
Comments