top of page

Αναζητείται αντιπολίτευση. Ζητείται άμεσα ελπίδα.

Εικόνα συγγραφέα: Γιώργος ΜυλωνάςΓιώργος Μυλωνάς

Στις 28 Φεβρουαρίου ημέρα Παρασκευή εκατοντάδες χιλιάδες κόσμος θα συμμετάσχει στην γενική απεργία στην οποία καλούν οι συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών, δύο χρόνια μετά την σύγκρουση των τρένων και την επιχειρούμενη συγκάλυψη – από το μπάζωμα του χώρου μέχρι και την μεροληπτική στάση της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου – που έχει εξοργίσει την πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας και ζητά δικαιοσύνη για τις 58 ψυχές. Αφού η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση αδυνατεί να δώσει λύση, η κοινωνία αναλαμβάνει δράση στους δρόμους.


Η αδυναμία της αντιπολίτευσης να απαιτήσει την τιμωρία των υπεύθυνων για το πολύνεκρο δυστύχημα, εκτός από την απουσία πολιτικού φορέα ικανού να εκφράσει το αίτημα της κοινωνίας, συνδέεται άρρηκτα με την δομική αδυναμία της ίδιας να συγκροτήσει ένα πειστικό εναλλακτικό αφήγημα-όραμα για την ελληνική κοινωνία. Η άσκηση κοινοβουλευτικού ελέγχου της κυβέρνησης χαρακτηρίζεται το λιγότερο ως αναιμική, ο κατακερματισμός του εναλλακτικού κόμματος για διακυβέρνηση, ΣΥΡΙΖΑ, σε μικρότερα κόμματα κυρίως εντός του κοινοβουλίου (αλλά και εκτός) είναι αποκαλυπτικός. Η άρνηση συζήτησης στην βάση ενός κοινού πλαισίου πάνω σε ζητήματα που απασχολούν την κοινωνία από την δημοκρατική και προοδευτική αντιπολίτευση, δίνει την ευκαιρία σε κόμματα με απολιτικά χαρακτηριστικά και σε ακροδεξιά κόμματα, να αποκτήσουν ορατότητα και να αναλάβουν την υπεράσπιση των αιτημάτων της κοινωνίας για δικαιοσύνη απέναντι στην κυβέρνηση, ενώ οι αντιλήψεις της πρώτης για μια σειρά κοινωνικών ζητημάτων απέχουν παρασάγγας από τις πολιτικές αξίες τέτοιων κομμάτων. Η συνθήκη αυτή δεν προέκυψε σε κενό χρόνο. Η απαξίωση του κοινοβουλίου και των κομμάτων της δημοκρατίας και της προόδου έχει βαθιές ρίζες στο 2015.

Φωτογραφία: Βάλια Σταυρίδου
Φωτογραφία: Βάλια Σταυρίδου

Η οικονομική κρίση του 2008 και το δυσβάσταχτο χρέος άλλαξε τους πολιτικούς συσχετισμούς της χώρας. Εφαρμόστηκαν μνημόνια, δηλ. πολιτικές οικονομικής λιτότητας που είχαν συνέπειες όπως αύξηση της ανεργίας, της φτώχειας, την ακρίβεια, την υποχρηματοδότηση της παιδείας και της υγείας και την υποβάθμιση του δημοσίου ελεύθερου χώρου. Ο οικονομικός και κοινωνικός αποκλεισμός μεγάλου μέρους των κοινωνικών ομάδων προκάλεσαν κύματα οργής τα οποία πήραν την κοινωνική μορφή διαδηλώσεων, κινητοποιήσεων, συνελεύσεων κτλ. Σε πολιτικό επίπεδο το μοντέλο του δικομματισμού που κυριαρχούσε από την μεταπολίτευση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ κατέρρευσε εξαιτίας της συναίνεσης στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και την απουσία διαχωριστικών γραμμών.


Δημιουργήθηκε έτσι ένα πολιτικό κενό για το οποίο συγκρούστηκαν η νεοναζιστική ακροδεξιά, Χρυσή Αυγή και η ριζοσπαστική αριστερά, ΣΥΡΙΖΑ. Το πολιτικό κενό αυτό καλύφθηκε, ευτυχώς για το δημοκρατικό πολίτευμα, από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ένα κόμμα συνασπισμός δυνάμεων της αριστεράς που υποστήριζε τον τερματισμό των πολιτικών λιτότητας και την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Το σαφές πολιτικό πρόγραμμα, η αποτελεσματική επικοινωνιακή στρατηγική και η εμπλοκή με τα κοινωνικά κινήματα δημιούργησε την ελπίδα στον κόσμο ότι αυτό το κόμμα θα εκπληρώσει τις προσδοκίες της ελληνικής κοινωνίας.


Η κορύφωση αυτών των προσδοκιών έφτασε στο δημοψήφισμα του 2015. Η πρώτη διαιρετική τομή της ελληνικής κοινωνίας στον 21ο αιώνα μνημόνιο – αντιμνημόνιο κερδήθηκε από την πλευρά του «ΟΧΙ» με 62%. Ωστόσο η αδυναμία κατανόησης των συσχετισμών δυνάμεων εγκαίρως και η απουσία ρεαλιστικού εναλλακτικού σχεδίου από την πλευρά της κυβέρνησης οδήγησε στην υπογραφή νέου μνημονίου και την εφαρμογή νέων μέτρων λιτότητας. Η συνθηκολόγηση πέρα από πολιτική και ιδεολογική ήττα για την αριστερά δημιούργησε συλλογικό τραύμα στο υποσυνείδητο της μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας.

 

Πάνω στο συλλογικό τραύμα της ελληνικής κοινής γνώμης και τις αδυναμίες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ δημιουργήθηκε ένα ηγεμονικό πολιτικό αφήγημα νεοφιλελεύθερου συνδυασμού εκσυγχρονισμού και τεχνοκρατικής αποτελεσματικότητας. Η εκλογή της ΝΔ το 2019 σηματοδότησε την εφαρμογή αυτού του πολιτικού σχεδίου. Η συγκέντρωση εξουσιών στο Μέγαρο Μαξίμου, η μιντιακή πανοπλία γύρω από την εικόνα του Πρωθυπουργού και τα έργα υπουργών της κυβέρνησης, η αύξηση φαινομένων αστυνομικής βίας είναι χαρακτηριστικά του κυβερνητικού σχεδίου στην πράξη. Κατά την διάρκεια της πανδημίας, έγιναν απευθείας αναθέσεις χρημάτων του δημοσίου σε φιλικά διακείμενα ΜΜΕ, επιχειρήσεις κ.α., ενώ περιορίστηκαν και κατεστάλησαν δημόσιες συγκεντρώσεις και διαμαρτυρίες με δικαιολογία τα περιοριστικά μέτρα της πανδημίας.


Μετά την πανδημία και την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία αυξήθηκε κατακόρυφα το κόστος ζωής στο φαγητό την ενέργεια και το ρεύμα κυρίως λόγω της απουσίας ρυθμιστικού πλαισίου στους επιχειρηματικούς κολοσσούς και την δημιουργία και συντήρηση καρτέλ οικονομικών συμφερόντων. Το κλίμα είχε αρχίσει να αντιστρέφεται. Η σύγκρουση τρένων στα Τέμπη άγγιξε και ξεπέρασε τα όρια της ελληνικής κοινής γνώμης. Μπάζωμα του χώρου χωρίς την άδεια εισαγγελέα, εντοπισμός εύφλεκτων υλικών που χρησιμοποιούνται στο παράνομο εμπόριο καυσίμων, υποδείξεις της εισαγγελέως στους συγγενείς και συστηματική εκστρατεία δυσφήμισης του αγώνα των συγγενών για δικαιοσύνη των παιδιών τους και εφεύρεσης σεναρίων για «αποσταθεροποίηση» της χώρας είναι ενδεικτικά γεγονότα που έχουν προκαλέσει αγανάκτηση στην πλειοψηφία της κοινωνίας η οποία κινητοποιείται και ψάχνει πολιτική έκφραση. Αυτή όμως δεν έχει εντοπιστεί.


Η αποδόμηση του πολιτικού αφηγήματος και η φθορά της κυβέρνησης δεν ευνοούν τις δυνάμεις της δημοκρατικής και προοδευτικής αντιπολίτευσης οι οποίες βρίσκονται οργανωτικά διαλυμένες και πολιτικά παράλυτες. Κυρίως για τον άλλοτε έτερο κυβερνητικό πόλο και εκφραστή της δυσαρέσκειας την περίοδο της κρίσης ΣΥΡΙΖΑ, οι συνέπειες της συνθηκολόγησης του 2015 και της κρίσης αξιοπιστίας που προκάλεσε στο εκλογικό σώμα βιώνονται ακόμα και σήμερα. Οργανωτικά έχει διασπαστεί σε τουλάχιστον 5 κόμματα 2 εκ των οποίων βρίσκονται στο κοινοβούλιο (Νέα Αριστερά και Πλεύση Ελευθερίας) και πολιτικά δεν έχει καταφέρει να χτίσει ένα εναλλακτικό αφήγημα επειδή ιδεολογικά έχει χάσει την ταυτότητα του και ταλαντεύεται μεταξύ κεντροαριστεράς και αριστεράς χωρίς ουσιαστικές πολιτικές τοποθετήσεις αιχμής. Το ΠΑΣΟΚ έχει συνέλθει μεν από τα εκλογικά σόκ των μνημονιακών χρόνων αλλά δεν έχει καταφέρει να απαγκιστρωθεί από την κυρίαρχη τάση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στην Ευρώπη να εφαρμόζουν νεοφιλελεύθερες πολιτικές όχι μόνο επειδή δεν το επιθυμούν αλλά και επειδή αδυνατούν να παράξουν διαφορετική πολιτική θεωρία και να την εφαρμόσουν. Όσο για τα κόμματα της ευρύτερης αριστεράς (ριζοσπαστικής & αντικαπιταλιστικής) για δυσκολεύονται να βρουν επαφή με τα κοινωνικά στρώματα που θέλουν να εκπροσωπούν αφού είναι επηρεασμένα από την οπισθοδρόμηση τους σε πανευρωπαϊκό επίπεδο γιατί αδυνατούν να κατασκευάσουν ένα ριζικά διαφορετικό πολιτικό όραμα για μια κοινωνία χωρίς την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο εγκλωβισμένα στην ιδεολογική περιδίνηση από το 1989 και την πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» με κάποιες εξαιρέσεις.

 

Ο χρόνος είναι πυκνός και η κοινωνία φαίνεται έτοιμη να κινητοποιηθεί συλλογικά, ίσως για πρώτη φορά σε τέτοια κλίμακα από το 2015. Η δημοκρατική αντιπολίτευση χρειάζεται να ξεκαθαρίσει πρώτα και κύρια βασικά ταυτοτικά ζητήματα (με ποιους και για ποιους). Πολιτικά κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ πρέπει να ορίσουν με σαφήνεια τις ιδεολογικές και πολιτικές τους στοχεύσεις, να επεξεργαστούν πιθανές συνθέσεις και μετά να προχωρήσουν στον σχεδιασμό εναλλακτικών πολιτικών προγραμμάτων που θα βελτιώνουν ουσιαστικά την ζωή των ανθρώπων.


Τέλος τα κόμματα της αριστεράς είναι επιτακτική ανάγκη να συζητήσουν, στο πλαίσιο ενός φόρουμ διαλόγου και δράσης, την δημιουργία ενός ενιαίου αλλά ταυτόχρονα πολυμορφικού χώρου με ριζοσπαστικές πολιτικές για την αντιμετώπιση κρίσιμων ζητημάτων συμπεριλαμβανομένων του εγκλήματος των Τεμπών και να αναδυθεί ως ένας τρίτος πόλος στο πολιτικό σύστημα της χώρας. Το ενδεχόμενο συνεργασίας των δημοκρατικών δυνάμεων της κεντροαριστεράς και της αριστεράς θα μπορούσε να δώσει λύση(λύση=δικαιοσύνη) με την προϋπόθεση ότι το πρόγραμμα θέσεων θα καταστεί ιδεολογικά ηγεμονικό μέσα στην κοινωνία ώστε οι τομές που έχει ανάγκη η χώρα να πραγματοποιηθούν.

 

Το συλλογικό τραύμα της ελληνικής κοινωνίας με την τραγωδία στα Τέμπη λαμβάνει διαστάσεις πολιτικής και κοινωνικής αποδοκιμασίας στα πεπραγμένα μιας παρηκμασμένης κυβέρνησης που αποκρύπτει στοιχεία και συγκαλύπτει τους ενόχους του εγκλήματος. Το αίτημα για δικαιοσύνη αγγίζει το υποσυνείδητο της ελληνικής κοινωνίας για την κοινωνική κρίση την οποία βιώνει σε πολιτικό, οικονομικό και θεσμικό επίπεδο. Η αντιπολίτευση έχει υποχρέωση το αίτημα της κοινωνίας να λάβει πολιτική μορφή και να αποδοθεί δικαιοσύνη. 10 χρόνια μετά τις μαζικές κινητοποιήσεις του δημοψηφίσματος η ελληνική κοινωνία είναι αποφασισμένη να διεκδικήσει ξανά αυτό που έχει στερηθεί: Την αξιοπρέπεια της.

Comments


bottom of page